μελέτησα

μελέτησα
μελετάω
take thought
aor ind act 1st sg (attic ionic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • μελετώ — μελέτησα, μελετήθηκα, μελετημένος 1. προσπαθώ να μάθω κάτι με διάβασμα, παρατήρηση ή άσκηση: Μελετώ τους αρχαίους συγγραφείς. 2. ερευνώ κάτι μεθοδικά, επιστημονικά, εξετάζω λεπτομερειακά, παρακολουθώ με προσοχή: Μελέτησε τα ευρήματα των ανασκαφών …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • μελετήσας — μελετήσᾱς , μελετάω take thought aor part act masc nom/voc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μελετήσασα — μελετήσᾱσα , μελετάω take thought aor part act fem nom/voc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μελετήσασαι — μελετήσᾱσαι , μελετάω take thought aor part act fem nom/voc pl (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μελετήσασαν — μελετήσᾱσαν , μελετάω take thought aor part act fem acc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μελετήσασι — μελετήσᾱσι , μελετάω take thought aor part act masc/neut dat pl (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μελετήσασιν — μελετήσᾱσιν , μελετάω take thought aor part act masc/neut dat pl (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Dionysius the Philosopher — (Greek: Διονύσιος ο Φιλόσοφος, ca. 1560–1611) was a Greek monk who led two farmer revolts against the Ottoman Turks. Contents 1 Life and career 2 Revolts 3 Death …   Wikipedia

  • μελετάω — / μελετώ, μελέτησα βλ. πίν. 58 …   Τα ρήματα της νέας ελληνικής

  • μελετώ — μελετάω / μελετώ, μελέτησα βλ. πίν. 58 …   Τα ρήματα της νέας ελληνικής

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”